- Εύβοια
- I
Νησί (3.658 τ. χλμ., 209.130 κάτ.) που απλώνεται με νοτιοανατολική κατεύθυνση κατά μήκος της βορειοανατολικής ακτής της Στερεάς Ελλάδας. Είναι το δεύτερο σε μέγεθος νησί της Ελλάδας μετά την Κρήτη.Στα Β του νησιού οι δίαυλοι του Τρίκερι και των Ωρεών χωρίζουν την Ε. από τη Μαγνησία και τη Φθιώτιδα· ο Μαλιακός κόλπος, ο Ευβοϊκός (Βόρειος και Νότιος) και ο κόλπος των Πεταλιών τη χωρίζουν από την Λοκρίδα, ενώ προς Α βρέχεται από το Αιγαίο. Το μήκος των ακτών της είναι 677 χλμ. Ακρότατα σημεία της Ε. είναι στα Β το ακρωτήριο Αρτεμίσιο και στα Ν η άκρη Μανδήλι. Το μήκος της, κατά άξονα, είναι περίπου 180 χλμ. και το πλάτος της στα Ν κυμαίνεται από 7 χλμ. (όρμος Στύρων – όρμος Κοραλίδες), ενώ στο κέντρο έως 45 χλμ. (Χαλκίδα – ακρωτήριο Οχθονιά). Το στενότερο σημείο προσέγγισης προς την ηπειρωτική Ελλάδα (πορθμός του Ευρίπου) είναι μήκους 40 μ. και συνδέεται με γέφυρα.Η Ε. αποτελεί νομό της χώρας, μαζί με τη Σκύρο και τα γειτονικά μικρότερα νησιά. Βλ. λ. Ευβοίας, νομός.Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα.Η Ε. σε παλαιότερους γεωλογικούς χρόνους ήταν ενωμένη με τη Στερεά Ελλάδα, από την οποία αποχωρίστηκε με ρήγματα, ενώ το τμήμα της ξηράς, ανάμεσα στις ανατολικές ακτές της Στερεάς και στις δυτικές της Ε., καταβυθίστηκε σχηματίζοντας τον Ευβοϊκό κόλπο, που είναι ένα τεκτονικό καταβύθισμα. Το γεγονός αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια των αλπικών πτυχώσεων, οπότε δημιουργήθηκαν οι ελληνίδες οροσειρές (περίπου κατά το τέλος της περιόδου του ολιγοκαίνου έως το μειόκαινο). Αυτό επιβεβαιώνεται από τους όμοιους πετρογραφικούς σχηματισμούς που δομούν τις ανατολικές ακτές της Στερεάς Ελλάδας και της Ε.Από άποψη αναγλύφου η Ε. μπορεί να χωριστεί σε τρία τμήματα: το βόρειο, το κεντρικό και το νότιο. Η βόρεια Ε. είναι ομαλή και λοφώδης, με τα χαμηλά βουνά Λιχάδα (736 μ.), Ξεροσούβαλα, Τελέθριο (970 μ.) και Ξηρό (991 μ.)· κοντά στην Ιστιαία, στα Β σχηματίζεται μια πεδινή έκταση που καταλήγει στη θάλασσα. Η κεντρική Ε., που χωρίζεται από τη βόρεια Ε. με μια οροσειρά που αποτελείται από το παράκτιο βουνό Κανδήλι (1.246 μ.) και από τις δυτικές διακλαδώσεις του όρους Δίρφυς (1.743 μ.), Πυξαριά (1.343 μ.) και Γερακοβούνι, ενώ οι νοτιοανατολικές απολήξεις της Σκοτεινή (1.362 μ.), Μαυροβούνι (1.189 μ.), Όλυμπος (1.172 μ.), Κοτρώνι κλπ., διασχίζουν τη μέση Ε. Δύο μεγάλα λεκανοπέδια σχηματίζονται εδώ: το Ληλάντιο πεδίο και ένα άλλο κοντά στην Κύμη, προς την ανατολική ακτή. Η νότια Ε. είναι ομαλή λοφώδης, με σημαντικά όρη το Ζάρακα, το Κλιόσι και την Όχη (1.398 μ.).Στην Ε. υπάρχουν πετρώματα του παλαιοζωικού αιώνα (λιθανθρακοπέρμιο), που αντιπροσωπεύονται από αργιλικούς και σερικιτικούς σχιστόλιθους, με φακούς χαλαζιτών και ενστρώσεις λεπτομερών χαλαζιακών κροκαλοπαγών και, στην κεντρική και βόρεια Ε., ψαμμίτες γραουβάκες, σχίστες της Σέτας και της Στενής. Επίσης υπάρχουν μαύροι φουζουλινοφόροι ασβεστόλιθοι και άλλοι με βραχιονόποδα, ενώ συχνή είναι η εμφάνιση των σχιστοκερατολίθων. Σε ολόκληρη την έκταση του νησιού συναντώνται μεσοζωικά στρώματα: ιουρασικοί ασβεστόλιθοι με Nerinea, Diceras, Ellipsactinia, κρητιδικοί λευκοί ασβεστόλιθοι, φαιοί δολομιτικοί ασβεστόλιθοι (όρος Κανδήλι) και απολιθωματοφόροι ασβεστόλιθοι της κοιλάδας της Αγίας Σοφίας, ασβεστόλιθοι με μάρμαρα με ιπποκρίτες στην κεντρική και βόρεια Ε., ρουδιστοφόροι ασβεστόλιθοι, σχίστες, ψαμμίτες, μάργες κλπ.Τα περισσότερα όρη της Ε. δομούνται από καινοζωικά πετρώματα, όπως ασβεστόλιθους με τρηματοφόρα και κοράλλια, και ηωκαινικο-ολιγοκαινικό φλύσχη (άργιλοι, μάργες, ψαμμίτες, κροκαλοπαγή σε εναλλαγή).Τα μικρά λεκανοπέδια του νησιού, όπως της Κύμης, του Αλιβερίου, των Ψαχνών, των Γιδών κλπ., είναι γεμάτα από νεογενή, λιμναία ή υφάλμυρα ιζήματα (μάργες, τραβερτινώδεις ασβεστόλιθους, κροκαλοπαγή, πηλούς κλπ.), άφθονα απολιθώματα και κοιτάσματα λιγνιτών. Τέλος, τεταρτογενείς αποθέσεις συναντώνται σε όλο το νησί, επικαλύπτοντας στα χαμηλότερα μέρη της τους άλλους πετρογραφικούς σχηματισμούς.Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά τη μικρή της έκταση, στην Ε. έχουν εντοπιστεί σβησμένα ηφαίστεια, παλαιοζωικής έως καινοζωικής ηλικίας, όπως του Οξυλίθου, του Οριού, των Λιχαδονήσων και του Θοριού.Ηφαιστίτες της πρώτης περιόδου ηφαιστειότητας (παλαιοζωικοί) βρίσκονται στο βουνό Βάλαιο της βόρειας Ε. (μελαφύρες) και στα χωριά Γυμνό, Σέτα (αυγιτικοί πορφυρίτες και διαβάσες). Ηφαιστίτες της δεύτερης περιόδου ηφαιστειότητας (μεσοζωικοί), συναντώνται στο Μαυροβούνι, στην Πυξαριά, στο Συράκο, στην κοιλάδα της Αγίας Σοφίας, και είναι ένα σύμπλεγμα οφιολιθικών πετρωμάτων (γάββροι, διαβάσες, περιδοτίτες) μέσα σε σχιστοκερατόλιθους. Ηφαιστίτες καινοζωικοί της τρίτης περιόδου ηφαιστειότητας (τριτογενές) εμφανίζονται στην περιοχή της Κύμης, στα ηφαίστεια του Οξυλίθου, του Οριού, των Λιχάδων, που αντιπροσωπεύονται από ρυόλιθους, τραχειανδεσίτες, ολκίτες, λαβροδιορίτες κλπ. Το ηφαίστειο Μετόχι πιθανόν να ανήκει σε μια τέταρτη περίοδο ηφαστειότητας, στις αρχές του τεταρτογενούς· παρουσιάζονται μάλιστα στην περιοχή ανδεσιτικές λάβες.Κυριότεροι ποταμοί του νησιού είναι ο Νηλέας και ο Κηφέας στη βόρεια Ε., ενώ τη μέση Ε. διαρρέουν η Λήλα, ο Ερασίνος και ο Ίμβρασος. Συχνή είναι η εμφάνιση καρστικών πηγών κυρίως στη νότια Ε., όπου επικρατούν τα μεταμορφωμένα πετρώματα (μάρμαρα κλπ.). Αξιόλογες καρστικές πηγές είναι της Καρύστου, ενώ τα νερά πολλών άλλων εκβάλλουν στη θάλασσα υπό μορφή υποθαλάσσιων πηγών. Υπόγειοι υδροφόροι ορίζοντες σχηματίζονται στα μικρά λεκανοπέδια, όπως σε αυτά του Αλιβερίου, στο Ληλάντιο πεδίο, στην παραλιακή πεδινή ζώνη Ν της Χαλκίδας, στην πεδινή περιοχή της Ιστιαίας, όπου αναπτύσσονται αλλουβιακές προσχώσεις αρκετά μεγάλου πάχους. Στο βόρειο τμήμα της Ε., η μεγάλη εξάπλωση των λιμναίων νεογενών αποθέσεων, εξαιτίας της σύστασής τους, δεν ευνοεί τον σχηματισμό υπόγειας υδροφορίας.Από τις πηγές της Ε. γνωστότατες είναι οι θερμοπηγές της Αιδηψού, που μαζί με των Γιάλτρων, αναβλύζουν κατά μήκος του ρήγματος που δημιούργησε το βόρειο τμήμα της δυτικής πλευράς της Ε. Οι πηγές αυτές ανήκουν στην κατηγορία των αλιπηγών, δηλαδή σε 1 κιλό νερού περιέχονται περισσότερα από 15 γρ. διαλυμένου χλωριούχου νατρίου (μαγειρικό αλάτι).Κλίμα. Η Ε. παρουσιάζει μεγάλη κλιματική ποικιλία, η οποία οφείλεται τόσο στη γεωγραφική της θέση όσο και στην πολυμορφία του αναγλύφου της. Τα παράκτια τμήματα του Βόρειου και Νότιου Ευβοϊκού κόλπου παρουσιάζουν τον χειμώνα θερμοκρασίες μεγαλύτερες από τις θερμοκρασίες των παράκτιων τμημάτων που βρέχονται από το Αιγαίο, επειδή δέχονται περισσότερο τους ψυχρούς ανέμους του βόρειου τομέα, ενώ την περίοδο του καλοκαιριού συμβαίνει το αντίθετο, επειδή τα μελτέμια είναι δροσερότερα στα ανατολικά παρά στα δυτικά τμήματα του νησιού. Όσο απομακρυνόμαστε από τις παραλιακές περιοχές η θερμοκρασία κυρίως τον χειμώνα ελαττώνεται, ιδίως στους ορεινούς ψηλούς όγκους όπου κατεβαίνει πολύ κάτω από το μηδέν· κατά τη θερμή περίοδο συμβαίνει το αντίθετο, με εξαίρεση φυσικά τα ψηλά βουνά, στα οποία η θερμοκρασία διατηρείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, γι’ αυτό και οι ψηλοί τόποι προσφέρονται ως θέρετρα. Η μέση ετήσια θερμοκρασία του νησιού στο βόρειο τμήμα κυμαίνεται μεταξύ 17,5 και 18°C και στο νότιο μεταξύ 18 και 18,5°C. Ο παγετός δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. Παρατηρείται συνήθως μεταξύ Νοεμβρίου και Απριλίου με μέγιστο τον Φεβρουάριο και τον Ιανουάριο. Η σχετική υγρασία παρουσιάζει μέση ετήσια τιμή περίπου 66 βαθμών. Οι υψηλότερες τιμές παρατηρούνται τον Δεκέμβριο (78) και τον Ιανουάριο (76) και οι χαμηλότερες τον Ιούλιο (51) και τον Αύγουστο (53). Υγρότερη είναι η περιοχή της Κύμης, γι’ αυτό έχει και πλούσια βλάστηση. Αυτό οφείλεται στους υγρούς θαλάσσιους ανέμους σε συνδυασμό με το ανάγλυφο της περιοχής.Η μέση ετήσια νέφωση κυμαίνεται μεταξύ 4-4,5 δεκάτων. Οι υψηλότερες τιμές παρατηρούνται κατά τους χειμερινούς μήνες και οι χαμηλότερες κατά τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Ο αριθμός των αίθριων ημερών κυμαίνεται κατά έτος μεταξύ 100 και 120 και των νεφοσκεπών μεταξύ 50 και 60, ενώ ο ετήσιος αριθμός των ωρών ηλιοφάνειας μεταξύ 2.600 και 2.800. Κατά μήκος του Βόρειου και Νότιου Ευβοϊκού κόλπου τη μεγαλύτερη συχνότητα παρουσιάζουν οι άνεμοι του βόρειου τομέα και μάλιστα οι βόρειοι και ύστερα οι νότιοι, με μικρή όμως ένταση. Στα ανατολικά τμήματα της Ε., η συχνότητα των ανέμων του βόρειου τομέα είναι μεγάλη, ενώ των νότιων κατά πολύ μικρότερη. Επίσης, η έντασή τους είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι στα δυτικά τμήματα του νησιού. Στον Βόρειο Ευβοϊκό, και μάλιστα στην περιοχή Λίμνης, οι βόρειοι άνεμοι δημιουργούν αεροκαταρράκτες πολύ επικίνδυνους στη ναυσιπλοΐα· ισχυροί αεροκαταρράκτες δημιουργούνται και στην περιοχή της Καρύστου κατερχόμενοι από την Όχη.Η βροχή παρουσιάζει μεγάλες διαφορές από περιοχή σε περιοχή, εξαιτίας και του αναγλύφου και της διεύθυνσης των βροχοφόρων ανέμων. Στα δυτικά παράκτια τμήματα, που βρίσκονται στην ομβροπλευρά των βουνών του νησιού και της Στερεάς, το ετήσιο ύψος βροχής κυμαίνεται μεταξύ 400 και 500 χιλιοστών. Ύστερα αυξάνει και φτάνει στα κεντρικά ορεινά τμήματα τα 800 χιλιοστά. Στις ανατολικές πλαγιές των βουνών κυμαίνεται μεταξύ 800 και 1.000 χιλιοστών, ενώ υπερβαίνει τα 1.000 χιλιοστά στη περιοχή γύρω από την Κύμη. Συνεπώς τα ποσά βροχής που πέφτουν στα ανατολικά τμήματα είναι διπλάσια ή και τριπλάσια από αυτά που παρατηρούνται στις δυτικές παράκτιες και πεδινές περιοχές.Το χιόνι είναι συχνό στα ψηλά όρη της Ε. Οι μήνες με τις μεγαλύτερες χιονοπτώσεις είναι ο Φεβρουάριος και ο Ιανουάριος. Το χιόνι είναι γενικά συχνότερο στα ανατολικά και στα δυτικά τμήματα του νησιού, διότι οι χιονοβόλοι άνεμοι είναι κυρίως οι βόρειοι και βορειοανατολικοί.Οικονομία.Η οικονομία της Ε. εξακολουθεί να είναι κυρίως αγροτική. Μεγάλο τμήμα του εργατικού δυναμικού απασχολείται ακόμα στη γεωργία, στην κτηνοτροφία, στην αλιεία και στα δάση. Η μικρή απόσταση από την περιφέρεια της πρωτεύουσας με την οποία συνδέεται σιδηροδρομικώς, οδικώς, αλλά και με αρκετές τακτικές γραμμές πορθμείων, προκάλεσε τη γρήγορη εκβιομηχάνιση και την ανάπτυξη κυρίως της Χαλκίδας. Οι βιομηχανίες που δημιουργήθηκαν στην περιοχή ανήκαν σε πολλούς βιομηχανικούς κλάδους. Η ύπαρξη εξάλλου στην Ε. σημαντικού ορυκτού πλούτου απασχολεί μεγάλο αριθμό προσώπων στην εξόρυξή του. Αρκετοί λοιπόν απασχολούνται σε λιγνιτωρυχεία που τροφοδοτούν μεγάλες μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού (Αλιβέρι), ενώ η βιομηχανική επεξεργασία άλλων ορυκτών γίνεται επιτόπου (δίπυρος μαγνησία στη βόρεια Ε.) ή στην απέναντι ακτή της Στερεάς Ελλάδας (νικέλιο στη Λάρυμνα). Μετά το 1990, η Ε., λόγω της ύφεσης στην οικονομία, αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα. Πολλές βιομηχανίες έκλεισαν και η ανεργία αυξήθηκε σημαντικά. Επίσης, η μικρή απόσταση από την Αθήνα προκαλεί και τη γρήγορη τουριστική ανάπτυξη πολλών παραλιακών περιοχών του νομού.Ιστορία. Πριν επικρατήσει η ονομασία Ε., την οποία γνώριζε ήδη ο Όμηρος, το νησί είχε διάφορες ονομασίες, όπως Μάκρις και Δολίχη (εξαιτίας του σχήματος) ή Αβαντίς και Ελλοπία από την ονομασία των παλαιότερων κατοίκων της, που ήταν οι Άβαντες (στο κεντρικό μέρος), οι Ελλοπείς και οι Περραιβοί από τη Θεσσαλία και οι Δρύοπες (στο νότιο άκρο).Η ιστορία της αρχαίας Ε. είχε κέντρα τις δύο παλαιότερες πόλεις της, τη Χαλκίδα και την Ερέτρια, που με συνεχείς αγώνες προσπαθούσαν να επιβάλλουν την κυριαρχία τους στο νησί. Το 650 π.Χ. σημειώθηκε η υπεροχή της Χαλκίδας, που έγινε πόλη πλούσια, με σημαντικές αποικίες στη Μακεδονία (Χαλκιδική), στην ηπειρωτική Ιταλία και στη Σικελία. Οι Ευβοείς φημίζονταν για την αγάπη τους στις επιστήμες και στα ταξίδια και για την ευχάριστη και αθόρυβη φιλοξενία που παρείχαν στους φιλοσόφους, όπως στον Αριστοτέλη, ο οποίος παρέμεινε αρκετά χρόνια και πέθανε στη Χαλκίδα. Η ευφορία του νησιού προκάλεσε το ενδιαφέρον των Αθηναίων, οι οποίοι το 506 π.Χ., αφού νίκησαν τους Βοιωτούς και τους Χαλκιδείς, επέβαλαν την κυριαρχία τους και εγκατάστησαν πολλούς κληρούχους στους αγρούς τους. Οι Ευβοείς συμμετείχαν στους Περσικούς πολέμους, υπήρξαν πιστοί σύμμαχοι των Αθηναίων και γενικά ακολούθησαν το αττικό πνεύμα και τον αθηναϊκό τρόπο ζωής. Οι Μακεδόνες υπέταξαν την Ε. μετά τη μάχη της Χαιρώνειας και οι Ρωμαίοι ίδρυσαν αρχικά ένα Κοινόν των Ευβοέων και το 146 π.Χ. την ενσωμάτωσαν στο ρωμαϊκό κράτος, τμήμα άλλοτε της επαρχίας Αχαΐας και άλλοτε πάλι της Μακεδονίας.Στους βυζαντινούς χρόνους, η Ε. ανήκε στο θέμα της Ελλάδας, με κύρια πόλη τη Χαλκίδα, την οποία οχύρωσε ο Ιουστιανιανός τον 6o αι., ώστε να αποκρούει τις βαρβαρικές επιδρομές. Ανάλογο ενδιαφέρον με αυτό του Ιουστινιανού για την πόλη έδειξαν και άλλοι αυτοκράτορες, επειδή η Χαλκίδα κατείχε ιδιαίτερα σημαντική, στρατηγική και οικονομική θέση. Η κυριαρχία των Φράγκων άρχισε το 1205 με τους Σταυροφόρους και καταλύθηκε το 1470 από τους Τούρκους. Η περίοδος αυτή χωρίζεται σε τρεις φάσεις. Κατά την πρώτη (1205-1300) η Ε. τέθηκε υπό την κατοχή τριών Λομβαρδών βαρόνων και του βαΐλου της Βενετίας, ο οποίος διεκδικούσε από αυτούς την κυριαρχία. Στη δεύτερη φάση (14ος αι.) απέκτησαν μεγαλύτερη επιρροή οι Βενετοί, οι οποίοι τελικά τον 15o αι. (από το 1372 έως το 1479) έγιναν οι ουσιαστικοί κυρίαρχοι της νήσου.Αρχικά, η Ε. κατελήφθη από τον Φλαμανδό πολεμιστή Ι. ντ’ Αβέν, ο οποίος έχτισε φρούριο και εγκατέστησε φρουρά στο στενό του Ευρίπου. Κατά την περίφημη πράξη διανομής της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Partitio imperii), οι Βενετοί εξασφάλισαν τα ευφορότερα τμήματα και τα καλύτερα λιμάνια του νησιού, όπως την Κάρυστο και τους Ωρεούς, αλλά ο Λομβαρδός βασιλιάς της Θεσσαλονίκης, ο Boνιφάτιος ο Μομφερατικός, αγνόησε τη διανομή και παραχώρησε την Ε. σε τρεις Λομβαρδούς βαρόνους που έλαβαν τον τίτλο τριτημόριοι της Εύβοιας (terzieri). Έτσι άρχισε η αντίθεση μεταξύ των Φράγκων και των Βενετών για την κατοχή της Ε. Η Ε. ήταν υποτελής στο βασίλειο της Θεσσαλονίκης και αργότερα στον Λατίνο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, αλλά η Βενετία είχε διαιρέσει, από το 1216, το νησί σε εκτημόρια και διόρισε βάιλο στη Χαλκίδα.Στη διένεξη των τριών Λομβαρδών βαρόνων υπερίσχυσε ο Ραβανός Νταλεκάρτσερι, ο οποίος, ύστερα από μια άτυχη προσπάθεια ανεξαρτητοποίησής του από τον Φράγκο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, αναγνώρισε την επικυριαρχία της Βοιωτίας και ανέλαβε να πληρώνει ετήσιο φόρο υποτέλειας. Με τη συνθήκη αυτή, ο βάιλος έγινε πραγματικός κυρίαρχος της νήσου. Το 1228, ο Βαλδουίνος Β’ παραχώρησε την επικυριαρχία της Ε. στον Γοδεφρείδο B’ Βιλαρδουίνο της Αχαΐας. Αυτό έγινε αφορμή να ξεσπάσει ο περίφημος Ευβοϊκός πόλεμος (1255-58) μεταξύ των Βενετών και των Φράγκων ηγεμόνων της Πελοποννήσου. Ο διάδοχος του Γοδεφρείδου, ο Γουλιέλμος Βιλαρδουίνος, πολιόρκησε τη Χαλκίδα. Κατάφερε να την κυριεύσει, την έχασε, στη συνέχεια την ανέκτησε και την απώλεσε και πάλι ύστερα από πολιορκία των Βενετών, που διήρκησε 13 μήνες. Ο πόλεμος αυτός εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα. Οι βαρόνοι της βόρειας Ελλάδας συμμάχησαν με τους Φράγκους της Ε. εναντίον του Γουλιέλμου, ο οποίος νίκησε τους Βενετούς στους Ωρεούς. Οι Βενετοί ήταν έτοιμοι να ζητήσουν ειρήνη αλλά η φορά των πραγμάτων άλλαξε εναντίον των Φράγκων. Μετά την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης, ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Παλαιολόγος αναγνώρισε τις κτήσεις των Βενετών στην Κρήτη, στην Ε., στη Μεθώνη και στην Κορώνη. Αργότερα, με τις παράτολμες ενέργειες του Ιταλού ιππότη Λικάριου εναντίον των Λομβαρδών, η Ε. παραλίγο να περιέλθει στους Έλληνες, αλλά οι Βενετοί απέκτησαν πάλι πλήρη κυριαρχία. Έχτισαν τείχος γύρω από τη βενετική συνοικία της Χαλκίδας και έκαναν την Ε. σταθμό και ορμητήριο του στόλου τους.Με την εισβολή των Καταλανών η Ε. πέρασε νέες δοκιμασίες. Οι Καταλανοί –σύμμαχοι των Τούρκων– έφτασαν στη Χαλκίδα και ανάγκασαν τον Ανδρέα Καρυάρο, βαρόνο του νησιού, και τον βάιλο να συνάψει συνθήκη με αυτούς. Οι Βενετοί θεώρησαν τις καταλανικές επιθέσεις ευκαιρία για να αποσπάσουν από τους Λομβαρδούς περισσότερες περιοχές, πύργους και κάστρα. Τελικά ανέλαβαν την άμεση διοίκηση του νησιού. Οι παλαιές βαρονίες διατηρήθηκαν, αλλά οι βαρόνοι ήταν υποτελείς του Βενετού βαΐλου. Μετά τη συνθήκη ειρήνης μεταξύ Βενετών και Τούρκων (1430), η Ε. γνώρισε ευημερία, αλλά σύντομα άρχισε η παρακμή. Τα λιμάνια της Χαλκίδας και της Καρύστου κλείστηκαν από την άμμο, οι Καταλανοί πειρατές λεηλατούσαν τα παράλια και οι Τούρκοι έκαναν συχνά επιδρομές. Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη, η Βενετία προσπάθησε να κρατήσει την Ε. γιατί, όπως μήνυσε στον βάιλο, «από τη διατήρησή της εξαρτάται η συντήρηση της αυτοκρατορίας της». Τελικά, όταν άρχισε ο πόλεμος μεταξύ Τούρκων και Βενετών (1463-79) η Ε. βρέθηκε στο επίκεντρο των διεκδικήσεων. Στις αρχές Ιουλίου του 1470, τουρκικός στόλος (300 πλοία με 60-70 χιλιάδες άντρες) πολιόρκησε τη Χαλκίδα με την υποστήριξη του Μωάμεθ Β’ και του στρατού του. Οι Βενετοί αμύνθηκαν με σθένος επί έναν μήνα, αλλά υπέκυψαν. Οι Τούρκοι επιδόθηκαν σε άγριες σφαγές του πληθυσμού, ενώ σύμφωνα με την παράδοση τα νερά του Ευρίπου έρρεαν κόκκινα από το αίμα για αρκετές ημέρες. Με τη λήξη της βενετικής κυριαρχίας, η Ε. περιήλθε στην τουρκική εξουσία έως το 1833.Οι Τούρκοι μετονόμασαν την Ε. σε Πασαλίκι του Έγριπου, το οποίο περιλάμβανε επίσης τη Θήβα και την Αττική. Στα τέλη του 17oυ αι. η Χαλκίδα πολιορκήθηκε από τον Μοροζίνι και θα επανερχόταν στην κυριαρχία των Βενετών, αν ο λιμός δεν αποδεκάτιζε τους πολιορκητές. Στο τέλος του 18ου αι. τα απελευθερωτικά κινήματα της Πελοποννήσου είχαν σοβαρό αντίκτυπο στην Ε. αλλά η στρατιωτική δύναμη των Τούρκων κατέπνιγε κάθε εκδήλωση. Κατά την προετοιμασία της Επανάστασης, η Φιλική Εταιρεία είχε πολλούς μυημένους στην Ε. Έτσι, όταν ξέσπασε ο Αγώνας τον Μάιο του 1821 στη Λίμνη, δεν άργησε να εξαπλωθεί σε όλο το νησί. Η Κύμη –σημαντικό ναυτιλιακό κέντρο– καταστράφηκε από τον Ομέρ πασά της Καρύστου, ενώ οι πρόκριτοι του Ξηροχωρίου έστειλαν 2.000 ντόπιους να πολιορκήσουν τη Χαλκίδα. Η επιχείρηση εκείνη απέτυχε και οι Έλληνες, με αρχηγούς τον Αγγελή Γωβγίνη και τον Κριεζώτη, οχυρώθηκαν στο Βρυσάκι, όπου με τη σύμπραξη του Κριεζή, νίκησαν τον Ομέρ Βρυώνη (Ιούλιος 1821). Τον Ιανουάριο του 1822 έγινε δεύτερη απόπειρα κατάληψης της Καρύστου στην οποία συμμετείχε και δύναμη με αρχηγό τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Τον Νοέμβριο του 1823 επανήλθε ο Ανδρούτσος και πολιορκήθηκε πάλι η Χαλκίδα και η Κάρυστος, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Οι Τούρκοι ήταν αποφασισμένοι να κρατήσουν την Ε. και έστελναν αλλεπάλληλες ενισχύσεις, σώματα γενιτσάρων που κατέστρεφαν πολλά χωριά και τρομοκρατούσαν με σφαγές τους κατοίκους. Σε μια νέα πολιορκία της Καρύστου (Μάρτιος 1826), ο Φαβιέρος παραλίγο να ελευθέρωνε την πόλη, αλλά αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Οι εχθροπραξίες συνεχίστηκαν μέχρι το τέλος του Αγώνα και παρά τις επίμονες προσπάθειες του Καποδίστρια, η Ε., αν και αναγνωρίστηκε τυπικά τμήμα της ελευθερωμένης Ελλάδας με φιρμάνι στις 13 Ιουλίου 1830, τελικώς αποδόθηκε στο νεοσύστατο κράτος το 1833, όταν οι Τούρκοι την παρέδωσαν στον Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό, απεσταλμένο του Όθωνα.Μνημεία. Ο σημαντικός ρόλος που διαδραμάτισε η Ε. στη διάρκεια της μεσαιωνικής ελληνικής ιστορίας –Βυζάντιο, φραγκοκρατία, ενετοκρατία– διαπιστώνεται από τον μεγάλο αριθμό των οχυρωματικών έργων που σώζονται σε όλο το νησί. Η θέση της έδινε ιδιαίτερη στρατηγική σημασία, αρκετή για να γίνει το μήλον της έριδος από τα χρόνια της φραγκικής κατάκτησης. Προγενέστερα, ο ίδιος ο Ιουστινιανός είχε ενδιαφερθεί κυρίως για τις οχυρώσεις της Χαλκίδας. Δυστυχώς, το σημαντικότερο οχυρωματικό έργο της Ε., το φρούριο δηλαδή μέσα στο οποίο περικλειόταν η Χαλκίδα, δεν υπάρχει πια. Τα τείχη του κατεδαφίστηκαν στις αρχές του περασμένου αιώνα, μαζί με το γραφικό μικρό φρούριο που υψωνόταν στη μέση του πορθμού και έλεγχε τη γέφυρα που ένωνε την πόλη με τη Βοιωτία. Από τις οχυρώσεις αυτές σώζονται μόνο ορισμένα ανάγλυφα-οικόσημα και φτερωτά βενετσιάνικα λιοντάρια (μουσείο της Χαλκίδας)· στην απέναντι εξάλλου βοιωτική ακτή σώζεται το νεότερο τουρκικό φρούριο του Καράμπαμπα. Στο υπόλοιπο όμως νησί διατηρούνται αρκετά κάστρα όπως στην Κάρυστο, στα Φύλλα και στο Αλιβέρι, καθώς και σημαντικός αριθμός πύργων, είτε μέσα στα διάφορα χωριά είτε και κατά μήκος των κυριότερων οδικών αρτηριών, αλλά συνήθως στις κορυφές μικρών λόφων. Η μορφή και η κατασκευή τους προσομοιάζει προς τους αντίστοιχους πύργους που σώζονται στην Αττική και στη Βοιωτία. Οι σκοποί για τους οποίους χτίζονταν ήταν, όπως φαίνεται, κυρίως δύο: αυτοί που είναι χτισμένοι στο κέντρο των οικισμών της υπαίθρου, όπως στα Πολιτικά, στα Βασιλικά, στην Πισσώνα, στο Αυλωνάρι κλπ., χρησίμευαν ως αμυντικοί σε ώρα επίθεσης του εχθρού· εκείνοι που ήταν απομονωμένοι θα πρέπει να στέγαζαν μικρές φρουρές, ενώ συγχρόνως η διάταξή τους, έτσι ώστε καθένας να είναι ορατός από τους γειτονικούς του, ενδεχομένως να σημαίνει πως συγκροτούσαν ένα είδος τηλεπικοινωνιακού δικτύου, αντίστοιχου προς τις αρχαίες ελληνικές φρυκτωρίες.Οι πύργοι της Ε. έχουν κατά κύριο λόγο τετραγωνική κάτοψη, τρεις ορόφους και στεγάζονται με θόλο. Τα ενδιάμεσα δάπεδα είτε είναι ξύλινα είτε φέρονται επίσης από θόλους. Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση της εισόδου τους σε μεγάλο ύψος ώστε να είναι απρόσβλητη. Ακόμα σήμερα πολλοί από αυτούς τους πύργους σώζονται σε αρκετά καλή κατάσταση και έτσι καθώς υψώνουν τις αυστηρές μορφές τους μέσα από τα γνώριμα σχήματα των ελληνικών λαϊκών σπιτιών ή πάνω στο ήμερο τοπίο, θυμίζουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο το ανήσυχο παρελθόν του νησιού και την παρουσία των Φράγκων κατακτητών του.
ΝΟΜΟΣ ΕΥΒΟΙΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΔΑΦΟΥΣορεινό 39,45% = 1.542 τ. χλμ.ημιορεινό 35,62% = 1.392 τ. χλμ.πεδινό 24.93% = 974 τ. χλμ.ΨΗΛΟΤΕΡΕΣ ΚΟΡΥΦΕΣΔίφρυς (κορυφή Δέλφι) 1.743 μ.Όχη 1.398 μ.Πυξαριά 1.343 μ.Καντήλι 1.246 μ.Όλυμπος 1.172 μ.Ξηρό 991 μ.Τελέθριο 970 μ.ΚΥΡΙΟΤΕΡΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙΧαλκίδα 53.584 κάτ.Ψαχνά 5.766 κάτ.Αλιβέρι 5.144 κάτ.Νέα Αρτάκη 8.646 κάτ.Ιστιαία 4.125 κάτ.Κάρυστος 4.960 κάτ.Βασιλικό 6.504 κάτ.Αμάρυνθος 4.141 κάτ.Μαντούδι 1.955 κάτ.Κύμη 3.037 κάτ.Λουτρά Αιδηψού 2.719 κάτ.Σκύρος 1.748 κάτ.Ερέτρια 3.156 κάτ.Η Αγία Παρασκευή στη Χαλκίδα, βασιλική του 5ου ή 6ου αι., που ξαναχτίστηκε μετά την άλωση της πόλης από τους Φράγκους, έχει πολλά φραγκικά στοιχεία και αποτελεί ένα από τα πιο επιβλητικά και ενδιαφέροντα μνημεία της πρωτεύουσας του νομού Ευβοίας (φωτ. Σ. Τσελέντη).
Οι πύργοι και τα κάστρα της Εύβοιας μαρτυρούν τον σημαντικό ιστορικό ρόλο που έχει διαδραματίσει σε παλαιότερες εποχές. Στη φωτογραφία, ο πύργος των Βασιλικών.
Οι πύργοι των Φύλλων, που χρησίμευαν κυρίως ως παρατηρητήρια.
Η Αμάρυνθος της Εύβοιας.
Πανοραμική άποψη της Κύμης στην Εύβοια.
Άποψη από το Μαρμάρι της Εύβοιας.
Φωτογραφία από δορυφόρο της ΝΑΣΑ τμήματος της Εύβοιας και του νομού Αττικής (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov).
Ο οικισμός Μύλοι Ευβοίας.
Ο Άγιος Κωνσταντίνος της Εύβοιας.
IIΆποψη της Καρύστου, στο νότιο άκρο της Εύβοιας.
Όνομα μυθολογικών προσώπων.1. Κόρη του Ασωπού και ερωμένη του Ποσειδώνα, η οποία έδωσε το όνομά της στο νησί Εύβοια.2. Κόρη του ποτάμιου θεού Αστερίωνα, αδελφή της Ακραίας και της Προσύμνης, που υπήρξαν τροφοί της Ήρας.3. Κόρη του επώνυμου ήρωα των Θεσπιών, μητέρα του Ολύμπου.IIIΟνομασία αρχαίων πόλεων.1. Πόλη της Μακεδονίας, που χτίστηκε από τους Ευβοείς, μετά την επάνοδό τους από την Τροία. Βρισκόταν κοντά στην Έδεσσα, και μετονομάστηκε έπειτα σε Αμαντίαν και κατόπιν σε Θρόνιον.2. Πόλη της Σικελίας, αποικία των Χαλκιδέων. Καταστράφηκε μεταξύ 491 και 478 π.Χ.3. Πόλη της Αφρικής, απέναντι στην Κυρηναϊκή.4. Πόλη στη Λήμνο.5. Πόλη στην Κέρκυρα.6. Πόλη κοντά στο Άργος.
Dictionary of Greek. 2013.